Υπάρχει ελπίδα

Αποτελεί πεποίθηση και ελπίδα μας ότι όλα τα προβλήματα στις συλλογικότητες μπορούν να ξεπεραστούν αν δείχνουμε ανοχή, υπομονή και συμπόνια και προσπαθούμε να είμαστε προσεκτικές και δίκαιες στις κρίσεις μας.

Αναγνωρίζουμε ότι κάποια άτομα αποτελούν πονοκέφαλο για τη συλλογικότητα, αυτό όμως δεν σημαίνει ότι είναι και προβοκατόρικα. Αλλά ακόμη και αν είναι, ο καλύτερος, σε κάθε περίπτωση, τρόπος αντιμετώπισης τέτοιων περιπτώσεων είναι το να δίνουμε το περιθώριο να εκφράσουν τον εαυτό τους και να τα αφήνουμε να συνεχίσουν αντί να απαιτούμε να σταματήσουν. Κάθε πρόκληση αντιμετωπίζεται όταν δεν παρασύρεσαι στην αντιπαράθεση. Αν βέβαια ο βαθμός της αναστάτωσης που προκαλείται είναι τέτοιος που πολύ απλά δεν μπορεί να γίνει ανεκτός, τότε συζητήστε το με το συγκεκριμένο άτομο: κάντε το να καταλάβει ποιες από τις συμπεριφορές του σας δημιουργούν πρόβλημα και βοηθήστε το να τις αλλάξει. Συμπεριφορές που μας ενοχλούν και τις θεωρούμε αρνητικές, πολύ συχνά προέρχονται από ανάγκες του ατόμου που φέρεται έτσι: μπορεί να είναι η ανάγκη να ακουστεί, ή η ανάγκη να φτάσει στην ουσία ενός ζητήματος κλπ. Πρέπει να προσπαθήσουμε να βρεθούν οι τρόποι ώστε αυτό το άτομο να εκφράζει την ανάγκη του χωρίς να χρειάζεται να φέρεται με τρόπο προσβλητικό για τις υπόλοιπες. Και ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε κάτι τέτοιο είναι μιλώντας της. Τα άτομα που συμπεριφέρονται ενοχλητικά δεν έχουν αυτή την εικόνα του εαυτού τους. Έχουν κάποιο λόγο για ό,τι κάνουν. Ας προσπαθήσουμε να κατανοήσουμε την οπτική τους. Σίγουρα κάποια από αυτά ενεργούν κακόπιστα. Αλλά μόνο αν αντιληφθούμε και τη δική τους οπτική θα μπορέσουμε να την εκθέσουμε ως έχει πραγματικά.

Αν νοιαζόμαστε ειλικρινά για την αλληλοβοήθεια και για το να μην παραγκωνίζεται κανένα άτομο της συλλογικότητας, αν πιστεύουμε ότι αυτοί είναι από τους βασικούς λόγους για τους οποίους επιθυμούμε να παλέψουμε για έναν καλύτερο και πιο δίκαιο κόσμο, τότε πρέπει να κάνουμε στους εαυτούς μας μία απλή ερώτηση: αν αυτή που δεν αντέχουμε ήταν μέλος της οικογένειάς μας, θα την πετάγαμε στον δρόμο; Ή μήπως θα βάζαμε τα συναισθήματα ως προτεραιότητα σε σχέση με τα σπασμένα μας νεύρα και θα μαθαίναμε να ζούμε με τα ενοχλητικά κουσούρια του χαρακτήρα της; Αντίστοιχα, αν ένα μέλος της οικογένειάς μας, μας μιλούσε ειλικρινά αλλά άσχημα (“Κοίτα, μου την έχεις δώσει στα νεύρα. Μπορείς να το βουλώσεις;”) θα απαιτούσαμε από τα υπόλοιπα μέλη να παρέμβουν και να το τιμωρήσουν;

Επειδή οι πιο πολλές από εμάς έχουμε την τάση να βάζουμε στην άκρη κάποια αντανακλαστικά και την αίσθηση του δικαίου όταν κάποια κάνει κάτι που μας θυμώνει, θα συνιστούσαμε να υπάρχουν ορισμένοι σταθεροί κανόνες και αρχές στις οποίες να μπορούμε να ανατρέξουμε σε περίπτωση που είτε αντιπαραθέσεις, είτε διαφορετικές προσεγγίσεις ή τραυματικά συναισθήματα κάνουν την εμφάνισή τους. Οι κανόνες, ωστόσο, παρόλο που βοηθούν να κρατάμε τις προτεραιότητες μας σε σειρά, δεν μπορούν να υποκαταστήσουν κάποιες βασικές ανθρώπινες αξίες όπως τη συμπόνια, την υπομονή, τη διαλλακτικότητα και την επιθυμία για την αναζήτηση της αλήθειας. Χωρίς την ανθρωπιά να μας καθοδηγεί, κανένας κανόνας και καμία συμβουλή δεν μπορούν να μας δώσουν λύσεις σε ανάλογες καταστάσεις. Χρειάζεται πάντα να κοιτάμε πίσω, στο τί έχουμε αποφασίσει ότι είναι σημαντικό για μας όταν παίρνουμε αποφάσεις για το πώς θα προχωρήσουμε, ιδιαίτερα σε μία δύσκολη κατάσταση ή σε μία κατάσταση που μας βάζει σε δοκιμασία. Σε τελική ανάλυση, αυτό που έχει σημασία δεν είναι ούτε η δουλειά της συλλογικότητας, ούτε το να φέρουμε την πολιτική αλλαγή, αλλά κυρίως το γεγονός ότι νοιαζόμαστε η μία για την άλλη, όπως και για κάθε άνθρωπο. Γι’ αυτό, άλλωστε, παλεύουμε για την κοινωνική δικαιοσύνη.

Κάποιες ομάδες μπορεί να μην έχουν την υπομονή να νταντεύουν τις αδύναμες και τις γκρινιάρες. Μπορεί να νιώθουν ότι αυτές που δεν συνεισφέρουν ή καθυστερούν την εξέλιξη της συλλογικότητας πρέπει να φύγουν από τη μέση. Οποιαδήποτε συλλογικότητα μπορεί, φυσικά, να διαλέξει αυτόν το δρόμο. Αν τον διαλέξει, έχει την υποχρέωση να το κάνει με τίμιο και ξεκάθαρο τρόπο. Μια τέτοια ομάδα, όμως, δεν μπορεί να θεωρεί ότι βασίζεται σε διαδικασίες ομοφωνίας ή στην αρχή της ισοτιμίας των μελών. Οι αρχές της ομοφωνίας και της ισότητας βασίζονται στην πίστη ότι το κάθε μέλος μιας ομάδας έχει την αξία του, και ότι είναι όλα απαραίτητα για να διατηρηθεί η ακεραιότητα του συνόλου. Προϋποθέτουν, αυτές οι αρχές, την κοινή προσπάθεια και την αλληλοβοήθεια και δεν μπορούν να υπονομεύονται από πρακτικές που ορίζουν ποια αξίζει να συμμετέχει στην ομάδα και ποια όχι.

Η συλλογική ομοιομορφία του τύπου “όλες συμφωνούν, καμιά δεν διαφωνεί, και όποια το κάνει δεν έχει θέση ανάμεσά μας” δηλώνει αυταρχικότητα και εξουσιαστικές λογικές και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να εξισώνεται με την πραγματική ομοφωνία.